Άξια και ανάξια θύματα: Χαλέπι, Μοσούλη, Ραμάντι
Το κείμενο αυτό γράφτηκε τον Ιανουάριο του 2018 για το περιοδικό Δημοσιογραφία, με μικρές διορθώσεις το ανεβάζω εδώ για λόγους αρχείου, αλλά και λόγω της προφανούς επικαιρότητάς του και της σύνδεσης με τα όσα εκτυλίσσονται στο Ισραήλ και την Παλαιστίνη αλλά και στο διaδίκτυο, αυτές τις ημέρες
Μ.Π.
Η καταστροφή της Μέσης Ανατολής, παρεπόμενο της αμερικανικής εισβολής στο Ιράκ και αποτέλεσμα μιας σειράς από αιματηρά ντόμινο από το 2003 και μετά, συνοδεύθηκε από αλλεπάλληλες επιβεβαιώσεις του «Μοντέλου Προπαγάνδας» των Τσόμσκι και Χέρμαν, και αποτέλεσε ιδανικό έδαφος για μελέτη του μετασχηματισμού του μοντέλου αυτού στην εποχή του διαδικτύου. Ο εμφύλιος στη Συρία και η άνοδος του ακρότατου σαλαφισμού, ιδίως από την εμφάνιση του «Χαλιφάτου» του ISIS και μετά, ανέδειξε τις αντιφάσεις των ηθικών μέτρων και σταθμών της Δύσης, αλλά και τον προπαγανδιστικό λόγο των ΜΜΕ της. Ταυτόχρονα όμως ανέδειξε τις διαφορές στο μηντιακό τοπίο σε σχέση με παλαιότερες περιόδους: τόσο η ύπαρξη μη-δυτικών (αγγλόγλωσσων) έγκυρων και διαδικτυακά διαθέσιμων ΜΜΕ, όσο και η ανάδειξη από τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης του αντίλογου στην αμερικάνικη προπαγάνδα από κάθε πηγή, αλλά και οι αντίρροπες προπαγάνδες από άλλους γεωπολιτικούς και ντόπιους «παίκτες» που έχουν πια βήμα και διεθνή παρουσία, ισορροπούν την κάλυψη των θεμάτων, για τους λίγους έστω που διατίθενται να ψάξουν λίγο περισσότερο. Παράλληλα, είναι πλέον συντελεσμένη η μεταφορά της προπαγανδιστικής αιχμής, από την απλή ειδησεογραφία και την ανάλυση στα ΜΚΔ. Οι πλατφόρμες των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης γίνονται πεδία μιας δεύτερης μάχης, της μάχης του αφηγήματος.
Ο εμφύλιος στη Συρία και το γεωπολιτικό σκάκι που στήθηκε γύρω του ήταν ίσως το πρώτο ολοκληρωμένο παράδειγμα ενός πολέμου του οποίου τα ΜΚΔ απετέλεσαν κρίσιμο μέτωπο. Ο ISIS , με «υπερπαραγωγές» και μηντιακή γνώση πολύ ανώτερη από οποιαδήποτε άλλη τρομοκρατική οργάνωση, κατέστησε το διαδίκτυο κρίσιμο παράγοντα της στρατηγικής του, τόσο για τη στρατολόγηση μελών, όσο και για την εξαγωγή ενός ασύμμετρου πολέμου από το άμεσο πεδίο της μάχης. Αλλά και η υπόλοιπη αντιπολίτευση στον Άσαντ, οι αντάρτες κάθε λογής με τις πολυποίκιλες χρηματοδοτήσεις, όπως και το ίδιο το καθεστώς και οι σύμμαχοί του, βγήκαν γρήγορα στο ψηφιακό μετερίζι. Ο πόλεμος της επικοινωνίας έχει αλλάξει πλέον χαρακτηριστικά.
Κρίσιμο και αποκαλυπτικό γεγονός και για την εξέλιξη του πολέμου και για την αποτύπωση της αιχμής της δυτικής προπαγάνδας ήταν η πτώση του Ανατολικού Χαλεπιού, μετά από πολυετή πολιορκία από τα κυβερνητικά συριακά στρατεύματα με ρωσική και ιρανική υποστήριξη. Η πόλη περιήλθε τον Δεκέμβριο του 2016 στον έλεγχο των κυβερνητικών δυνάμεων που εκδίωξαν ή εξόντωσαν τις ομάδες ανταρτών που την κατείχαν έως τότε, κυρίως το Μέτωπο Αλ Νούσρα – δηλαδή την εξέλιξη της Αλ Κάιντα στη Συρία. Η πολιορκία ήταν ανηλεής και η ρωσική συμμετοχή προσέφερε τεράστια υπεροπλία από αέρος. Οι ρωσικοί βομβαρδισμοί ήταν μαζικοί και αναμφίβολα καταστροφικοί, σκότωσαν αμάχους και κατέστρεψαν υποδομές. Μαζί με τις φρικτές στερήσεις που προκάλεσε η πολιορκία, έγιναν αφορμή για ένα κύμα μηντιακής αποστροφής σε όλα τα δυτικά ΜΜΕ.
Στην προσπάθεια της παρουσίασης της κρισιμότητας της κατάστασης στο Ανατολικό Χαλέπι, τα δυτικά Μέσα προέβαλαν λογαριασμούς που διατηρούσαν στα ΜΚΔ οι κάτοικοι ή οι ανταποκριτές/ακτιβιστές που βρίσκονταν μέσα στην πόλη. Οι λογαριασμοί αυτοί παρουσιάστηκαν σαν να εξέφραζαν όλον τον πληθυσμό. Το κλίμα ήταν δεδομένο: οι συνεχείς βομβαρδισμοί των Ρώσων, που χτυπούσαν ό,τι έστεκε, ακόμα και νοσοκομεία, καταγγέλλονταν στα δυτικά ΜΜΕ σαν μια «νέα Γκουέρνικα», ο απερχόμενος Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ έλεγε πως το Χαλέπι είναι πια «συνώνυμο με την κόλαση», ενώ το hashtag #savealeppo, «τρένταρε» σε πολλές χώρες. Η καταδίκη ακουγόταν και από επίσημα χείλη, καθώς οι ΗΠΑ και οι δυτικές κυβερνήσεις, επέκριναν σφοδρά τα εγκλήματα πολέμου που διέπρατταν οι Ρώσοι στο Χαλέπι μέσω των ανεξέλεγκτων βομβαρδισμών τους.
Αν κάτι έλειπε από την εικόνα, αυτό ήταν η ταυτότητα των υπερασπιστών του, των ανταρτών που είχαν καταλάβει το μισό Χαλέπι το 2012-13, παρότι ήδη από το 2013 η Washington Post, μεταξύ άλλων, είχε επισημάνει πως το Χαλέπι είχε περάσει στον έλεγχο της Τζαμπάτ Αλ Νούσρα και σε αυστηρή επιβολή της Σαρία, ενώ η Διεθνής Αμνηστία είχε συντάξει ολόκληρη έκθεση για τις αγριότητες των ισλαμιστών «ανταρτών» που έλεγχαν τον Ανατολικό Χαλέπι.
Βετεράνοι ανταποκριτές στην περιοχή έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου: ο Ρόμπερτ Φισκ επισήμαινε πως «υπάρχει μια βασική διαφορά μεταξύ του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και της Συριακής Σύγκρουσης – οι αντάρτες στο Χαλέπι δεν είναι ήρωες», και o Πάτρικ Κόμπερν εκτιμούσε πως η κάλυψη από τα ΜΜΕ της πολιορκίας του Ανατολικού Χαλεπιού ήταν «το ναδίρ της κάλυψης των πολέμων στην Συρία και το Ιράκ από τα δυτικά ΜΜΕ». Αν και κανείς δεν ισχυρίστηκε πως οι ρωσικοί βομβαρδισμοί δεν ήταν τερατώδους κλίμακας, οι περισσότεροι σοβαροί δημοσιογράφοι με εμπειρία από την περιοχή ήταν εξαιρετικά επιφυλακτικοί να υποστηρίξουν τους ισλαμιστές αντάρτες.
Παράλληλα με την πολιορκία του Ανατολικού Χαλεπιού, ο ιρακινός στρατός με την υποστήριξη των ΗΠΑ, των Κούρδων Πεσμεργκά και του στρατού του Ιράν, πολιόρκησαν και κατέλαβαν εκ νέου τη Μοσούλη από τον ISIS τον Ιούλιο του 2017. Η τακτική που ακολούθησαν οι ΗΠΑ ήταν παρόμοια με τη ρωσική: σφυροκόπημα από αέρος, μέχρι να μη μείνει τίποτα όρθιο. Η συμμετρία των δύο πολιορκιών περιγράφεται με ευκρίνεια από τον Πάτρικ Κόμπερν, πολεμικό ανταποκριτή στην περιοχή, σε άρθρο του στον Independent:
«Στη σημερινή Συρία και το Ιράκ, μπορούμε να δούμε τις ίδιες πρακτικά δράσεις να εξελίσσονται. Και στις δυο χώρες, δυο μεγάλα σουνιτικά αραβικά αστικά κέντρα – το Ανατολικό Χαλέπι στη Συρία και η Μοσούλη στο Ιράκ – πολιορκούνται από φιλοκυβερνητικές δυνάμεις που υποστηρίζονται με σθένος από αεροπορικά πυρά ξένης δύναμης. Στο Ανατολικό Χαλέπι περί τους 250.000 αμάχους και 8.000 αντάρτες αμύνονται απέναντι στον συριακό στρατό που συμμαχεί με σιίτες παραστρατιωτικούς από το Ιράν, το Ιράκ και τον Λίβανο και με την υποστήριξη της ρωσικής και της συριακής αεροπορίας. Ο βομβαρδισμός του Ανατολικού Χαλεπιού έχει δικαίως προκαλέσει απέχθεια και καταδίκη.
Αλλά ας δούμε πόσο διαφορετικά μεταχειρίζονται τα διεθνή ΜΜΕ μια παρόμοια κατάσταση στη Μοσούλη, 500 χιλιόμετρα ανατολικά από το Χαλέπι, όπου ένα εκατ. άνθρωποι και περί τους 5.000 περίπου μαχητές του ISIS έχουν περικυκλωθεί από τον ιρακινό στρατό που πολεμά πλάι στους Κούρδους Πεσμεργκά και σιιτικές και σουνιτικές παραστρατιωτικές ομάδες και με μαζική αεροπορική υποστήριξη από τις ΗΠΑ. Στην περίπτωση της Μοσούλης, αντίθετα από το Χαλέπι, οι αμυνόμενοι ευθύνονται για τον κίνδυνο που υφίστανται οι άμαχοι, επειδή τους χρησιμοποιούν σαν ανθρώπινες ασπίδες και δεν τους αφήνουν να φύγουν. Στο Ανατολικό Χαλέπι ευτυχώς δεν υπάρχουν ανθρώπινες ασπίδες – αν και ο ΟΗΕ μας λέει πως ο μισός άμαχος πληθυσμός επιθυμεί να φύγει – αλλά απλά κι αθώα θύματα της ρωσικής αγριότητας»
Επιπλέον, οι εκτιμήσεις για τον αριθμό των νεκρών αμάχων κατά την τετραετή πολιορκία του Ανατολικού Χαλεπιού είναι συγκρίσιμες με εκείνες για τον αριθμό των νεκρών αμάχων στην πολιορκία της Μοσούλης. Ανάλογες ιστορίες μαζικής καταστροφής από αέρος, με αμερικανικά πυρά, υπάρχουν και αλλού: στη Ράκκα της Συρίας και στο Ραμάντι του Ιράκ, όπου η καταστροφή της πόλης από τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς έφθανε το 80%, αλλά και τη Φαλούτζα – πόλεις που έχουν γνωρίσει συνεχείς ισοπεδώσεις και αλλεπάλληλα εγκλήματα πολέμου από αμερικανικά χέρια από το 2003 και μετά. Οι θύλακες λιμοκτονούντων στο Χαλέπι εξαιτίας του αποκλεισμού είναι πιο λίγοι σε σχέση με τον μαζικό λιμό που έχει προκαλέσει η σαουδαραβική εισβολή στην Υεμένη με την υποστήριξη των ΗΠΑ. Τα ΜΚΔ, όμως, τα ποσταρίσματα στο facebook και τα μηνύματα στο twitter, τα memes και η θεατρική και μη αγανάκτηση εστίασαν στο Χαλέπι. Ο λόγος είναι προφανής: ακόμα και σήμερα την ατζέντα και το έναυσμα των μαζικών σοσιαλμηντιακών φαινομένων, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τα διεθνή θέματ, τη θέτουν τα κυρίαρχα ΜΜΕ, η τηλεόραση και σε τελευταία ανάλυση – στην περίπτωση πολέμου ιδίως – τα τμήματα προπαγάνδας και δημοσίων σχέσεων του αμερικανικού Πενταγώνου και των μεγάλων δυνάμεων της Δύσης.
Οι νεκροί και τα θύματα εξακολουθούν λοιπόν, όπως επιβάλουν τα ΜΜΕ και έχουν περιγράψει οι Τσόμσκι και Χέρμαν, σε άξια αναφοράς και ανάξια. Απλά σήμερα συμμετέχουμε όλοι στη διάχυση της διάκρισης αυτής…